Eσοδα έως και 800 ευρώ ανά στρέμμα αποδίδουν στους παραγωγούς ρίγανη, βάλσαμο, γλυκάνισο και τσάι του βουνού - μεγάλες οι δυνατότητες ανάπτυξης του κλάδου - τι πρέπει να γνωρίζετε
Πρώτης τάξεως ευκαιρία για ικανοποιητικό εισόδημα μπορεί να δώσει η καλλιέργεια τεσσάρων αρωματικών φυτών. Οι αποδόσεις τους έχουν ένα κοινό που τις καθιστά αρκούντως ελκυστικές σε έσοδα ανά στρέμμα και επιπλέον μπορούν να αξιοποιήσουν άγονα εδάφη
Πρόκειται για τη ρίγανη, το βάλσαμο, το γλυκάνισο και το τσάι του βουνού. Είναι στο σύνολό τους καλλιέργειες που δεν έχουν ιδιαίτερες απαιτήσεις, προσαρμόζονται πολύ καλά στο μεσογειακό κλίμα και μπορούν να αξιοποιήσουν ακόμη και φτωχά και υποβαθμισμένα εδάφη, με σημαντικές αποδόσεις. Οι εδαφολογικές και κλιματικές συνθήκες της χώρας μας ευνοούν ιδιαίτερα την ανάπτυξη των καλλιεργειών αυτών, που δίνουν προϊόντα εξαιρετικής ποιότητας.
Οι «Επαγγελματικές Ευκαιρίες» με τη συνδρομή του γεωπόνου Κάσσανδρου Γάτσιου παρουσιάζουν τα μυστικά και τις αποδόσεις τεσσάρων αρωματικών φυτών, οι καλλιέργειες των οποίων αποδίδουν έσοδα ανά στρέμμα έως 800 ευρώ.
Το δίπτυχο της επιτυχίας, σύμφωνα με τους γνώστες του τομέα, που ειδικεύονται στις καλλιέργειες αρωματικών και φαρμακευτικών φυτών, είναι αφενός η συνεργασία μέσω ομάδων παραγωγών και η ποιότητα με βιολογικές μεθόδους. Οι δυνατότητες ανάπτυξης του κλάδου των αρωματικών φαρμακευτικών φυτών στην Ελλάδα είναι μεγάλες, με την προϋπόθεση βέβαια του σωστού σχεδιασμού.
Ξηρική ή αρδευόμενη
Η ελληνική ρίγανη θεωρείται η καλύτερη στον κόσμο
Η ρίγανη αυτοφύεται σε πολλές περιοχές της Ευρώπης, της Ασίας, της Β. Αφρικής. Στη χώρα μας αυτοφύεται σχεδόν σε ολόκληρη την Ελλάδα, κυρίως σε ημιορεινές και ορεινές περιοχές. Καλλιεργείται σε πολλούς νομούς, όπως της Καρδίτσας, των Τρικάλων, της Θεσσαλονίκης, της Ροδόπης. Η ελληνική ρίγανη θεωρείται από πλευράς ποιότητας η καλύτερη στον κόσμο.
Πολλαπλασιάζεται τόσο με σπόρους όσο και με μοσχεύματα ή παραφυάδες. Mπορεί να φυτευτεί το φθινόπωρο (Oκτώβριο - Νοέμβριο) αλλά και την άνοιξη (Φεβρουάριο- Μάρτιο).
Μπορεί να καλλιεργηθεί ως ξηρική ή ως αρδευόμενη. Η συλλογή της γίνεται όταν τα φυτά είναι σε πλήρη άνθηση. Μπορεί να γίνεται με δρεπάνια όταν η έκταση είναι μικρή ή με χορτοκοπτική μηχανή όταν είναι μεγάλη, και στη συνέχεια μεταφέρεται στο ξηραντήριο.
Πολλές φορές όταν δεν υπάρχει ξηραντήριο μεταφέρεται σε ένα αλώνι, όπου αποξηραίνεται στον ήλιο. Μπορεί να αποξηρανθεί και σε σκιά αν η ποσότητα είναι μικρή, σε ματσάκια. Η συλλογή της ρίγανης γίνεται όταν τα φυτά είναι σε πλήρη άνθιση.
Την πρώτη χρονιά μετά τη φύτευση οι αποδόσεις σε χοντροκομμένη ρίγανη είναι μικρές. Είναι της τάξεως των 15-20 κιλά/στρέμμα. Τον δεύτερο χρόνο η απόδοση φτάνει τα 40-70 κιλά/στρέμμα και μετά το τρίτο έτος τα 120-180 κιλά ανά στρέμμα.
Κοσκίνισμα
Μετά την αποξήρανση γίνεται το τρίψιμο και το κοσκίνισμα της ρίγανης ώστε να απομακρυνθούν τα μεγάλα τεμάχια των βλαστών. Η απόδοσή της σε τριμμένη ρίγανη φτάνει το 50%.
Το κόστος εγκατάστασης ανέρχεται σε 250-350 ευρώ το στρέμμα. Η τιμή της ξηρής δρόγης της βιολογικής ρίγανης είναι τριπλάσια σε σχέση με τη συμβατική και ανέρχεται σε 5-6 ευρώ το κιλό, δηλαδή με μία παραγωγή σε πλήρη παραγωγή 300 κιλών μπορεί να δώσει καθαρό εισόδημα γύρω στα 700 ευρώ το στρέμμα η βιολογική καλλιέργεια.
Οι τεχνικές καλλιέργειας
Πλούσιοι σε αιθέρια έλαια οι καρποί του γλυκάνισου
Το γλυκάνισο είναι ποώδες μονοετές φυτό, με βλαστό όρθιο ύψους 0,50- 0,80 μέτρα. Τα άνθη του είναι λευκά, ο καρπός του έχει σχήμα κυρτό, ωοειδές ή επίμηκες και χρώμα καστανοπράσινο ή καστανό. Μοιάζει με τον μάραθο, του οποίου οι καρποί όμως είναι πιο μεγάλοι και έχουν επίμηκες σχήμα. Αναπτύσσεται σε περιοχές με ηπειρωτικό ή εύκρατο κλίμα, χωρίς πολύ έντονα χαμηλές θερμοκρασίες. Συνήθως η καλλιέργειά του γίνεται χωρίς άρδευση.
Καλλιεργείται με σπόρο που σπέρνεται στα πεταχτά ή με μηχανές. Χρησιμοποιείται 1-1,5 κιλό σπόρου το στρέμμα, η δε σπορά γίνεται σε γραμμές που απέχουν 0,45-0,70 μέτρα. Η καλλιέργειά του είναι πολύ ευαίσθητη στην παρουσία ζιζανίων και γι' αυτό θα πρέπει να γίνεται καταπολέμηση.
Η συγκομιδή γίνεται τον Ιούλιο με χορτοκοπή. Στην περίπτωση της χορτοκοπτικής μηχανής κόβονται οι καρποφόροι βλαστοί σε ένα ορισμένο ύψος από το έδαφος, ενώ με τα χέρια κόβονται μόνο οι καρποφόρες κορυφές.
Αποδόσεις
Στη συνέχεια ακολουθεί αποξήρανση που γίνεται σε μικρούς σωρούς στο χωράφι ή σε ειδικό αλώνι και στη συνέχεια αλωνισμός με μηχανές. Η απόδοση το στρέμμα ανέρχεται σε 60-70 κιλά στις ξηρικές καλλιέργειες και 100-120 κιλά στις ποτιστικές.
Μόνο οι καρποί του χρησιμοποιούνται επειδή είναι πλούσιοι σε αιθέρια έλαια και πρωτεΐνες. Οι καρποί του γλυκάνισου χρησιμοποιούνται σαν άρτυμα σε διάφορα τρόφιμα. Επίσης χρησιμοποιείται στο ούζο και στο τσίπουρο. Η περιεκτικότητα των καρπών του σε αιθέρια έλαια είναι 1-4%. Το αιθέριο έλαιό του είναι καλύτερο και ακριβότερο από εκείνο του μάραθου γιατί περιέχει περισσότερη ανηθόλη. Η καλλιέργεια αυτή έχει ένα κόστος εγκατάστασης και καλλιέργειας 200€ και μπορεί να αποδώσει ένα ακαθάριστο κέρδος γύρω στα 600 € το στρέμμα.
Πολυετές φυτό
Υψηλά έσοδα από το τσάι του βουνού
Το ελληνικό τσάι του βουνού είναι πολυετές φυτό, ανήκει στην οικογένεια χειλανθών (Lamiaceae) και στο γένος Sideritis. Αυτοφύεται σχεδόν αποκλειστικά στις ορεινές περιοχές της Ελλάδας επάνω από 800-1000 μ. Υπάρχουν τα εξής είδη στην Ελλάδα.
1. Τσάι Βλάχικο (Sideritis αthoα Papan & Kokkini). Είναι πολυετής πόα, ύψους μέχρι 40 εκ., που καλύπτεται ολόκληρη με μικρές αδενώδεις τρίχες. Αυτοφύεται στον Αθω, στην Πίνδο.
2. Τσάι του Μαλεβού ή τσάι Ταΰγετου (Sideritis clαndestinα Chaub & Bory). Είναι πολυετής πόα, ύψους μέχρι 40 εκατοστά. Αυτοφύεται πάνω στους βράχους, στις υπαλπικές και αλπικές περιοχές του Μαλεβού, του Ταΰγετου και της Κυλλήνης.
3. Τσάι του Ολύμπου (Sideritis scαrdicα Gήseb). Είναι πολυετής πόα. Αυτοφύεται σε βραχώδη εδάφη της υπαλπικής ζώνης του Ολύμπου, Κίσαβου, Πηλίου.
4. Τσάι του Παρνασσού ή τσάι του βελουχιού (Sideritis rαeseri Boiss & He1dr). Είναι πολυετής πόα, ύψους μέχρι 40 εκατοστά. Αυτοφύεται στον Παρνασσό, Βελούχι και σε άλλα βουνά της Αιτωλίας, Δωρίδας και Φθιώτιδας.
5. Τσάι της Κρήτης (Sideritis syriαcα L), γνωστό ως Μαλοτήρα ή Καλοκοιμηθιά. Είναι πολυετής πόα, ύψους μέχρι 50 εκατοστά. Αυτοφύεται στα ψηλά βουνά της Κρήτης και κυρίως στα Λευκά Ορη και στον Ψηλορείτη, σε ύψος 1.300-2.000 μέτρα.
6. Τσάι της Εύβοιας (Sideritis euboea Heldr) ή τσάι απ' το Δέλφι. Είναι πολυετής πόα, ύψους 30-50 εκατοστά. Αυτοφύεται άφθονο στο βουνό Δίρφυ σε υψόμετρο 1.000-1.500μ.
Προτιμά τα βραχώδη και ασβεστολιθικά εδάφη. Αλλα είδη αναπτύσσονται στις ρωγμές ή στα κοιλώματα των ασβεστολιθικών βράχων, όπου μπορεί να σταματά το χώμα, άλλα σε εδάφη γεμάτα ασβεστολιθικά συντρίμματα (χαλίκια) άλλα και σε πετρώδεις περιοχές.
Συγκομιδή
Η συγκομιδή γίνεται συνήθως τον Ιούλιο, όταν τα φυτά είναι σε πλήρη άνθιση. Η καλλιέργεια του διαρκεί 6-8 χρόνια. Η παραγωγή από το 2ο- 4ο έτος αυξάνεται και από το 5ο έτος αρχίζει να μειώνεται. Τον πρώτο χρόνο περίπου 10 kg ξερό προϊόν, το δεύτερο 50-60 kg, τον τρίτο και τέταρτο 90-100 kg. Η καλλιέργεια αυτή έχει ένα κόστος εγκατάστασης και καλλιέργειας 200-300 ευρώ και μπορεί να αποδώσει ένα ακαθάριστο κέρδος γύρω στα 700 ευρώ το στρέμμα.
Καλλιέργεια με προοπτικές
Εως 500 κιλά ανά στρέμμα η απόδοση για το βάλσαμο
Το βάλσαμο είναι ποώδες φυτό, που φτάνει το ύψος των 80 cm. Τα φύλλα του είναι μικρά, ωοειδή, μακρόστενα, αντίθετα, που φέρουν μελανά στίγματα στην κάτω επιφάνειά τους. Τα στίγματα αυτά περιέχουν την υπερικίνη. Στην επιφάνειά τους τα φύλλα όταν διέρχεται το φως φαίνονται σαν μικρές οπές. Τα άνθη έχουν έντονο κίτρινο χρώμα και εμφανίζονται στο άκρο του βλαστού. Ανθίζει από τον Ιούνιο μέχρι τον Σεπτέμβριο.
Προτιμά εδάφη ξηρά και με ηλιοφάνεια, ενώ δεν αγαπά την αυξημένη υγρασία. . Η συγκομιδή πρέπει να γίνεται στην αρχή της άνθισης όταν το 20-25% των φυτών έχουν ανθίσει και η περιεκτικότητά τους σε υπερικίνη είναι στον μέγιστο βαθμό. Συγκομίζονται οι ανθοφόρες κορυφές και τα φύλλα. Η αποξήρανση είναι το σημαντικότερο στάδιο που καθορίζει κατά πολύ μεγάλο βαθμό την ποιότητα του προϊόντος και επομένως τις δυνατότητες εμπορίας.
Χρησιμοποιείται από την παραδοσιακή ιατρική, ως επουλωτικό και αντισηπτικό. Χρησιμοποιήθηκε σε περιπτώσεις εγκαυμάτων και πληγών αλλά και σε περιπτώσεις δηγμάτων και τσιμπημάτων εντόμων. Επίσης χρησιμοποιήθηκε σε περιπτώσεις δερματικών παθήσεων ιογενούς προελεύσεως, όπως είναι ο έρπης, οι δερματικές ελιές κ.ά.
Επιστημονικά το βάλσαμο αναγνωρίστηκε ως φάρμακο εναντίον της κατάθλιψης από το 1990. Στις ΗΠΑ σήμερα διατίθεται και ως συμπλήρωμα διατροφής. Στη Γερμανία χρησιμοποιείται σαν αντικαταθλιπτικό φάρμακο. Οι αποδόσεις του κυμαίνονται μεταξύ 100- 500 κιλά το στρέμμα σε ξηρά φυτά κατά το δεύτερο έτος. Στον Καναδά το αποξηραμένο βάλσαμο πωλείται 10-12 ευρώ το κιλό. Στην Ελλάδα μπορεί να αναπτυχθεί η καλλιέργειά του και να δώσει ένα καθαρό εισόδημα 800 ευρώ το στρέμμα.
Πρώτης τάξεως ευκαιρία για ικανοποιητικό εισόδημα μπορεί να δώσει η καλλιέργεια τεσσάρων αρωματικών φυτών. Οι αποδόσεις τους έχουν ένα κοινό που τις καθιστά αρκούντως ελκυστικές σε έσοδα ανά στρέμμα και επιπλέον μπορούν να αξιοποιήσουν άγονα εδάφη
Πρόκειται για τη ρίγανη, το βάλσαμο, το γλυκάνισο και το τσάι του βουνού. Είναι στο σύνολό τους καλλιέργειες που δεν έχουν ιδιαίτερες απαιτήσεις, προσαρμόζονται πολύ καλά στο μεσογειακό κλίμα και μπορούν να αξιοποιήσουν ακόμη και φτωχά και υποβαθμισμένα εδάφη, με σημαντικές αποδόσεις. Οι εδαφολογικές και κλιματικές συνθήκες της χώρας μας ευνοούν ιδιαίτερα την ανάπτυξη των καλλιεργειών αυτών, που δίνουν προϊόντα εξαιρετικής ποιότητας.
Οι «Επαγγελματικές Ευκαιρίες» με τη συνδρομή του γεωπόνου Κάσσανδρου Γάτσιου παρουσιάζουν τα μυστικά και τις αποδόσεις τεσσάρων αρωματικών φυτών, οι καλλιέργειες των οποίων αποδίδουν έσοδα ανά στρέμμα έως 800 ευρώ.
Το δίπτυχο της επιτυχίας, σύμφωνα με τους γνώστες του τομέα, που ειδικεύονται στις καλλιέργειες αρωματικών και φαρμακευτικών φυτών, είναι αφενός η συνεργασία μέσω ομάδων παραγωγών και η ποιότητα με βιολογικές μεθόδους. Οι δυνατότητες ανάπτυξης του κλάδου των αρωματικών φαρμακευτικών φυτών στην Ελλάδα είναι μεγάλες, με την προϋπόθεση βέβαια του σωστού σχεδιασμού.
Ξηρική ή αρδευόμενη
Η ελληνική ρίγανη θεωρείται η καλύτερη στον κόσμο
Η ρίγανη αυτοφύεται σε πολλές περιοχές της Ευρώπης, της Ασίας, της Β. Αφρικής. Στη χώρα μας αυτοφύεται σχεδόν σε ολόκληρη την Ελλάδα, κυρίως σε ημιορεινές και ορεινές περιοχές. Καλλιεργείται σε πολλούς νομούς, όπως της Καρδίτσας, των Τρικάλων, της Θεσσαλονίκης, της Ροδόπης. Η ελληνική ρίγανη θεωρείται από πλευράς ποιότητας η καλύτερη στον κόσμο.
Πολλαπλασιάζεται τόσο με σπόρους όσο και με μοσχεύματα ή παραφυάδες. Mπορεί να φυτευτεί το φθινόπωρο (Oκτώβριο - Νοέμβριο) αλλά και την άνοιξη (Φεβρουάριο- Μάρτιο).
Μπορεί να καλλιεργηθεί ως ξηρική ή ως αρδευόμενη. Η συλλογή της γίνεται όταν τα φυτά είναι σε πλήρη άνθηση. Μπορεί να γίνεται με δρεπάνια όταν η έκταση είναι μικρή ή με χορτοκοπτική μηχανή όταν είναι μεγάλη, και στη συνέχεια μεταφέρεται στο ξηραντήριο.
Πολλές φορές όταν δεν υπάρχει ξηραντήριο μεταφέρεται σε ένα αλώνι, όπου αποξηραίνεται στον ήλιο. Μπορεί να αποξηρανθεί και σε σκιά αν η ποσότητα είναι μικρή, σε ματσάκια. Η συλλογή της ρίγανης γίνεται όταν τα φυτά είναι σε πλήρη άνθιση.
Την πρώτη χρονιά μετά τη φύτευση οι αποδόσεις σε χοντροκομμένη ρίγανη είναι μικρές. Είναι της τάξεως των 15-20 κιλά/στρέμμα. Τον δεύτερο χρόνο η απόδοση φτάνει τα 40-70 κιλά/στρέμμα και μετά το τρίτο έτος τα 120-180 κιλά ανά στρέμμα.
Κοσκίνισμα
Μετά την αποξήρανση γίνεται το τρίψιμο και το κοσκίνισμα της ρίγανης ώστε να απομακρυνθούν τα μεγάλα τεμάχια των βλαστών. Η απόδοσή της σε τριμμένη ρίγανη φτάνει το 50%.
Το κόστος εγκατάστασης ανέρχεται σε 250-350 ευρώ το στρέμμα. Η τιμή της ξηρής δρόγης της βιολογικής ρίγανης είναι τριπλάσια σε σχέση με τη συμβατική και ανέρχεται σε 5-6 ευρώ το κιλό, δηλαδή με μία παραγωγή σε πλήρη παραγωγή 300 κιλών μπορεί να δώσει καθαρό εισόδημα γύρω στα 700 ευρώ το στρέμμα η βιολογική καλλιέργεια.
Οι τεχνικές καλλιέργειας
Πλούσιοι σε αιθέρια έλαια οι καρποί του γλυκάνισου
Το γλυκάνισο είναι ποώδες μονοετές φυτό, με βλαστό όρθιο ύψους 0,50- 0,80 μέτρα. Τα άνθη του είναι λευκά, ο καρπός του έχει σχήμα κυρτό, ωοειδές ή επίμηκες και χρώμα καστανοπράσινο ή καστανό. Μοιάζει με τον μάραθο, του οποίου οι καρποί όμως είναι πιο μεγάλοι και έχουν επίμηκες σχήμα. Αναπτύσσεται σε περιοχές με ηπειρωτικό ή εύκρατο κλίμα, χωρίς πολύ έντονα χαμηλές θερμοκρασίες. Συνήθως η καλλιέργειά του γίνεται χωρίς άρδευση.
Καλλιεργείται με σπόρο που σπέρνεται στα πεταχτά ή με μηχανές. Χρησιμοποιείται 1-1,5 κιλό σπόρου το στρέμμα, η δε σπορά γίνεται σε γραμμές που απέχουν 0,45-0,70 μέτρα. Η καλλιέργειά του είναι πολύ ευαίσθητη στην παρουσία ζιζανίων και γι' αυτό θα πρέπει να γίνεται καταπολέμηση.
Η συγκομιδή γίνεται τον Ιούλιο με χορτοκοπή. Στην περίπτωση της χορτοκοπτικής μηχανής κόβονται οι καρποφόροι βλαστοί σε ένα ορισμένο ύψος από το έδαφος, ενώ με τα χέρια κόβονται μόνο οι καρποφόρες κορυφές.
Αποδόσεις
Στη συνέχεια ακολουθεί αποξήρανση που γίνεται σε μικρούς σωρούς στο χωράφι ή σε ειδικό αλώνι και στη συνέχεια αλωνισμός με μηχανές. Η απόδοση το στρέμμα ανέρχεται σε 60-70 κιλά στις ξηρικές καλλιέργειες και 100-120 κιλά στις ποτιστικές.
Μόνο οι καρποί του χρησιμοποιούνται επειδή είναι πλούσιοι σε αιθέρια έλαια και πρωτεΐνες. Οι καρποί του γλυκάνισου χρησιμοποιούνται σαν άρτυμα σε διάφορα τρόφιμα. Επίσης χρησιμοποιείται στο ούζο και στο τσίπουρο. Η περιεκτικότητα των καρπών του σε αιθέρια έλαια είναι 1-4%. Το αιθέριο έλαιό του είναι καλύτερο και ακριβότερο από εκείνο του μάραθου γιατί περιέχει περισσότερη ανηθόλη. Η καλλιέργεια αυτή έχει ένα κόστος εγκατάστασης και καλλιέργειας 200€ και μπορεί να αποδώσει ένα ακαθάριστο κέρδος γύρω στα 600 € το στρέμμα.
Πολυετές φυτό
Υψηλά έσοδα από το τσάι του βουνού
Το ελληνικό τσάι του βουνού είναι πολυετές φυτό, ανήκει στην οικογένεια χειλανθών (Lamiaceae) και στο γένος Sideritis. Αυτοφύεται σχεδόν αποκλειστικά στις ορεινές περιοχές της Ελλάδας επάνω από 800-1000 μ. Υπάρχουν τα εξής είδη στην Ελλάδα.
1. Τσάι Βλάχικο (Sideritis αthoα Papan & Kokkini). Είναι πολυετής πόα, ύψους μέχρι 40 εκ., που καλύπτεται ολόκληρη με μικρές αδενώδεις τρίχες. Αυτοφύεται στον Αθω, στην Πίνδο.
2. Τσάι του Μαλεβού ή τσάι Ταΰγετου (Sideritis clαndestinα Chaub & Bory). Είναι πολυετής πόα, ύψους μέχρι 40 εκατοστά. Αυτοφύεται πάνω στους βράχους, στις υπαλπικές και αλπικές περιοχές του Μαλεβού, του Ταΰγετου και της Κυλλήνης.
3. Τσάι του Ολύμπου (Sideritis scαrdicα Gήseb). Είναι πολυετής πόα. Αυτοφύεται σε βραχώδη εδάφη της υπαλπικής ζώνης του Ολύμπου, Κίσαβου, Πηλίου.
4. Τσάι του Παρνασσού ή τσάι του βελουχιού (Sideritis rαeseri Boiss & He1dr). Είναι πολυετής πόα, ύψους μέχρι 40 εκατοστά. Αυτοφύεται στον Παρνασσό, Βελούχι και σε άλλα βουνά της Αιτωλίας, Δωρίδας και Φθιώτιδας.
5. Τσάι της Κρήτης (Sideritis syriαcα L), γνωστό ως Μαλοτήρα ή Καλοκοιμηθιά. Είναι πολυετής πόα, ύψους μέχρι 50 εκατοστά. Αυτοφύεται στα ψηλά βουνά της Κρήτης και κυρίως στα Λευκά Ορη και στον Ψηλορείτη, σε ύψος 1.300-2.000 μέτρα.
6. Τσάι της Εύβοιας (Sideritis euboea Heldr) ή τσάι απ' το Δέλφι. Είναι πολυετής πόα, ύψους 30-50 εκατοστά. Αυτοφύεται άφθονο στο βουνό Δίρφυ σε υψόμετρο 1.000-1.500μ.
Προτιμά τα βραχώδη και ασβεστολιθικά εδάφη. Αλλα είδη αναπτύσσονται στις ρωγμές ή στα κοιλώματα των ασβεστολιθικών βράχων, όπου μπορεί να σταματά το χώμα, άλλα σε εδάφη γεμάτα ασβεστολιθικά συντρίμματα (χαλίκια) άλλα και σε πετρώδεις περιοχές.
Συγκομιδή
Η συγκομιδή γίνεται συνήθως τον Ιούλιο, όταν τα φυτά είναι σε πλήρη άνθιση. Η καλλιέργεια του διαρκεί 6-8 χρόνια. Η παραγωγή από το 2ο- 4ο έτος αυξάνεται και από το 5ο έτος αρχίζει να μειώνεται. Τον πρώτο χρόνο περίπου 10 kg ξερό προϊόν, το δεύτερο 50-60 kg, τον τρίτο και τέταρτο 90-100 kg. Η καλλιέργεια αυτή έχει ένα κόστος εγκατάστασης και καλλιέργειας 200-300 ευρώ και μπορεί να αποδώσει ένα ακαθάριστο κέρδος γύρω στα 700 ευρώ το στρέμμα.
Καλλιέργεια με προοπτικές
Εως 500 κιλά ανά στρέμμα η απόδοση για το βάλσαμο
Το βάλσαμο είναι ποώδες φυτό, που φτάνει το ύψος των 80 cm. Τα φύλλα του είναι μικρά, ωοειδή, μακρόστενα, αντίθετα, που φέρουν μελανά στίγματα στην κάτω επιφάνειά τους. Τα στίγματα αυτά περιέχουν την υπερικίνη. Στην επιφάνειά τους τα φύλλα όταν διέρχεται το φως φαίνονται σαν μικρές οπές. Τα άνθη έχουν έντονο κίτρινο χρώμα και εμφανίζονται στο άκρο του βλαστού. Ανθίζει από τον Ιούνιο μέχρι τον Σεπτέμβριο.
Προτιμά εδάφη ξηρά και με ηλιοφάνεια, ενώ δεν αγαπά την αυξημένη υγρασία. . Η συγκομιδή πρέπει να γίνεται στην αρχή της άνθισης όταν το 20-25% των φυτών έχουν ανθίσει και η περιεκτικότητά τους σε υπερικίνη είναι στον μέγιστο βαθμό. Συγκομίζονται οι ανθοφόρες κορυφές και τα φύλλα. Η αποξήρανση είναι το σημαντικότερο στάδιο που καθορίζει κατά πολύ μεγάλο βαθμό την ποιότητα του προϊόντος και επομένως τις δυνατότητες εμπορίας.
Χρησιμοποιείται από την παραδοσιακή ιατρική, ως επουλωτικό και αντισηπτικό. Χρησιμοποιήθηκε σε περιπτώσεις εγκαυμάτων και πληγών αλλά και σε περιπτώσεις δηγμάτων και τσιμπημάτων εντόμων. Επίσης χρησιμοποιήθηκε σε περιπτώσεις δερματικών παθήσεων ιογενούς προελεύσεως, όπως είναι ο έρπης, οι δερματικές ελιές κ.ά.
Επιστημονικά το βάλσαμο αναγνωρίστηκε ως φάρμακο εναντίον της κατάθλιψης από το 1990. Στις ΗΠΑ σήμερα διατίθεται και ως συμπλήρωμα διατροφής. Στη Γερμανία χρησιμοποιείται σαν αντικαταθλιπτικό φάρμακο. Οι αποδόσεις του κυμαίνονται μεταξύ 100- 500 κιλά το στρέμμα σε ξηρά φυτά κατά το δεύτερο έτος. Στον Καναδά το αποξηραμένο βάλσαμο πωλείται 10-12 ευρώ το κιλό. Στην Ελλάδα μπορεί να αναπτυχθεί η καλλιέργειά του και να δώσει ένα καθαρό εισόδημα 800 ευρώ το στρέμμα.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου